100 χρόνια από τη γέννηση του Ανδρέα: Ο Κέννεντυ της Ελλάδας (photos και videos)

Αρθρογραφία Κυρίως θέματα

Ο Ανδρέας Παπανδρέου επέστρεψε οικογενειακώς στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ στις 16 Ιανουαρίου του 1961 έπειτα από πρόταση και προτροπή του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή για να αναλάβει Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και Επιστημονικός Διευθυντής του νεοσύστατου Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), καθώς και Σύμβουλος της Τράπεζας της Ελλάδος.

Ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πολλά χρόνια αργότερα – το 1995 – στην τελευταία τους συνάντηση (Ο Καραμανλής ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο Παπανδρέου ως Πρωθυπουργός) είχε πεί: «Μερικοί με συγχαίρουν για το γεγονός ότι σας κάλεσα και μερικοί με συλλυπούνται», για να του απαντήσει γελώντας ο Ανδρέας Παπανδρέου: «Εσείς πάντως είστε η αιτία του καλού ή του κακού».
Εκλέχτηκε βουλευτής για πρώτη φορά το 1964 με την Ένωση Κέντρου. Μετείχε στην κυβέρνηση του πατέρα του, Γεωργίου Παπανδρέου, αρχικά ως Υπουργός Προεδρίας και λίγο αργότερα ως αναπληρωτής Υπουργός Συντονισμού.

Ο οικονομικός του λόγος κινείται μέσα στο επίσημο πλαίσιο της τότε οικονομικής ορθοδοξίας.

Άλλωστε, η πανεπιστημιακή του καριέρα στις ΗΠΑ ως την έλευσή του στην Ελλάδα εντασσόταν στο πλειοψηφικό ρεύμα της αμερικανικής οικονομικής σκέψης της εποχής.

Έτσι ακολουθεί τη διαδομένη τότε αντίληψη μεταρρυθμιστικής οικονομικής πολιτικής για τις καθυστερημένες χώρες, η οποία επιδίωκε να συνδυάσει την ενίσχυση της ζήτησης μέσω της αύξησης των λαϊκών εισοδημάτων, με την άμεση παραγωγική δραστηριοποίηση του κράτους, ώστε να δοθεί η αναγκαία αναπτυξιακή δυναμική, να καλυφθούν τα παραγωγικά/κλαδικά κενά, να υποκατασταθούν βαθμιαία οι εισαγωγές.

Παραιτήθηκε λίγο αργότερα μετά από πολλές πιέσεις άλλων τάσεων μέσα στο κόμμα και συσπείρωσε γύρω του τη λεγόμενη κεντροαριστερή πτέρυγα της Ένωσης Κέντρου.

Η υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ

Στις 25 Απριλίου του 1965 γίνεται ξανά αναπληρωτής Υπουργός Συντονισμού, ενώ ένα μήνα αργότερα κατηγορήθηκε ως εμπνευστής και αρχηγός στην υπόθεση «ΑΣΠΙΔΑ» (Αξιωματικοί Σώσατε Πατρίδα, Ιδανικά, Δημοκρατία, Αξιοκρατία).

Παράγοντες της Δεξιάς κατήγγειλαν ότι υπήρχε μέσα στο στρατό οργάνωση με τα αρχικά αυτά και με απόκλιση προς τα «αριστερά», με πολιτικό αρχηγό το γιο του πρωθυπουργού.

Από τα στοιχεία που αποκαλύφθηκαν αργότερα προέκυψε ότι ο Πέτρος Γαρουφαλιάς, ο στρατηγός Γεώργιος Γρίβας και ο στρατηγός Γεννηματάς είχαν ενημερωθεί για κάποιες «κινήσεις» για οργάνωση και «μυήσεις» σε ορισμένες στρατιωτικές μονάδες στην Κύπρο και στην Αθήνα, τουλάχιστον από τον Μάρτιο του 1965.

Κάποια στιγμή ενημέρωσαν τον τότε Βασιλιά της χώρας Κωνσταντινο, όχι όμως και τον τοτε πρωθυπουργό. Κεντρικό πρόσωπο στις κινήσεις αυτές παρουσιαζόταν ο λοχαγός Μπουλουκος, παλαιό μέλος της οργάνωσης Χ του Γρίβα, που είχε τοποθετηθεί στην ΚΥΠ, κατόπιν επιμονής του συμπατριώτη του υπουργού Εξωτερικών Σταύρου Κωστόπουλου, και είχε μετατεθεί στην Κύπρο, κατόπιν παρακλήσεως του ίδιου του Γρίβα.

Ο Μπουλούκος, μαζί με άλλους αξιωματικούς, είχαν επισκεφθεί επανειλημμένα τον Ανδρέα Παπανδρέου, με πρόσχημα κάποιο ρουσφέτι, στην πραγματικότητα όμως για να αποκτήσουν από τις επισκέψεις αυτές «ατού» και ακτινοβολία μεταξύ των συναδέλφων τους.

Μία δακτυλογραφημένη αναφορά του Γρίβα προς τον Γαρουφαλιά, που έφτασε στα χέρια του τότε πρωθυπουργού περιείχε και τον «όρκο» της οργάνωσης του ΑΣΠΙΔΑ, ενώ στην εισαγωγική αναφορά του ο Γρίβας μνημόνευε τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου σημειώνει στις αναμνήσεις του: «Η ανησυχία του πατέρα μου ξεκινούσε από το γεγονός ότι η εισαγωγική παράγραφος της αναφοράς του Γρίβα αναφερόταν σε εμένα. Ο Γρίβας υποστήριζε πως η επίσκεψή μου στην Κύπρο υπονόμευσε το ηθικό του εκεί ελληνικού στρατού και υπογράμμιζε το γεγονός ότι ο λοχαγός Μπουλούκος μιλούσε με θαυμασμό για μένα στους συναδέλφους του. Ο Γρίβας υπαινισσόταν πως υπήρχε στενός σύνδεσμος μεταξύ εμού και της ομάδας του ΑΣΠΙΔΑ.

Από εκείνα τα ταραχώδη χρόνια (1965-1967) ο Ανδρέας Παπανδρέου κερδίζει την αγάπη της μεγάλης πλειοψηφίας των πρώην ΕΑΜιτών και ΕΛΑΣιτών που θα συνεχίζουν να τον στηρίζουν ως το τέλος, αλλά οι σχέσεις του με την ηγεσία της Αριστεράς χαρακτηρίζονται από αμοιβαία καχυποψία

Γενικά, ο Ανδρέας Παπανδρέου ενδιαφερόταν περισσότερο για τον «απλό κόσμο» της Αριστεράς και όχι για τους ηγέτες της, που τους θεωρούσε παρωχημένους και όχι ιδιαίτερα ευφυείς.

Στις 12 Οκτωβρίου του 1966, χιλιάδες οπαδοί του υποδέχθηκαν τον Ανδρέα Παπανδρέου που επέστρεφε από 12ήμερη περιοδεία στη Σκανδιναβία. Ένα πανό έγραφε: «Καλώς όρισες Κένεντι της Ελλάδος».


Κύρια αιτία αυτής της θριαμβευτικής υποδοχής ήταν ότι την προηγουμένη της αναχώρησής του είχε ασκηθεί ποινική δίωξη για «συνωμοσία προς εκτέλεσιν πράξεων εσχάτης προδοσίας», κατά όσων είχαν αναμιχθεί στην οργάνωση ΑΣΠΙΔΑ, πολιτικός εγκέφαλος της οποίας κατηγορήθηκε από τους συντηρητικούς αντιπάλους του ότι ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου.

«Η δυναμική αυτή εκδήλωση αποφασιστικότητας στον αγώνα για τη δημοκρατία και οι επιδείξεις στοργής του αθηναϊκού λαού στο πρόσωπό μου θορύβησαν τους βασιλικούς κύκλους, τις αμερικανικές υπηρεσίες, το παρακράτος και φυσικά την κυβέρνηση Στεφανόπουλου», έγραψε αργότερα στο βιβλίο του «Η Δημοκρατία στο απόσπασμα» ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου.

Αμέσως μετά ο Α. Παπανδρέου πραγματοποίησε περιοδεία στην Κρήτη επικεφαλής ομάδας ογδόντα βουλευτών της Ένωσης Κέντρου, όπου αποθεώθηκε, προκαλώντας έτσι έντονη ανησυχία και στο εσωτερικό του κόμματός του, ακόμη και στον ίδιο του τον πατέρα, που αναλογιζόταν τις συνέπειες της ραγδαίας ανόδου της πολιτικής ισχύος του γιου του, ο οποίος υπερασπιζόταν όλο και πιο ριζοσπαστικές θέσεις.

Ανδρέας Παπανδρέου – Κωνσταντίνος Μητσοτάκης

Ήδη από εκείνη την εποχή είχε αρχίσει η βεντέτα του με τον άλλο ισχυρό αντρα της ΕΚ, τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Οι σχέσεις των δύο ήταν βαθιά ανταγωνιστικές, έντονες, γεμάτες πάθος και θα σημάδευαν την πολιτική ζωή του τόπου, ιδιαίτερα τη δεκαετία του ’80, και στις αρχές της δεκαετίας του’ 90.


Αντιδικτατορική δράση – ΠΑΚ

Με το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967, ο Ανδρέας Παπανδρέου συνελήφθη από τη χούντα των Συνταγματαρχών και φυλακίστηκε. Τις επόμενες μέρες ο τότε Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Λίντον Τζόνσον παρενέβη υπέρ του Παπανδρέου.

Στη φυλακή ο Παπανδρέου ανέμενε να παραπεμφθεί σε δίκη για την υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ με την κατηγορία ότι προετοίμαζε στρατιωτικό πραξικόπημα με στόχο την εγκαθίδρυση σοσιαλιστικής δικτατορίας, την εκθρόνιση του βασιλιά Κωνσταντίνου και την απομάκρυνση της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ και συνέταξε ένα εννεασέλιδο αυτοβιογραφικό υπόμνημα για την απολογία του. Αποφυλακίστηκε, ωστόσο, μετά τη χορήγηση μερικής αμνηστίας μετά το αποτυχημένο αντικίνημα του Κωνσταντίνου το Δεκέμβριο του ’67 χάρη στην αμερικανική παρέμβαση μετά από έντονες πιέσεις και διαμαρτυρίες κορυφαίων ακαδημαϊκών και διανοούμενων των Ηνωμένων Πολιτειών στον Πρόεδρο Τζόνσον, όπως ο Τζον Κένεθ Γκάλμπρεϊθ (John Kenneth Galbraith), προσωπικός του φίλος από τα χρόνια του Χάρβαρντ.

Στις 16 Ιανουαρίου του 1968 φεύγει από τη χώρα και ιδρύει το Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (ΠΑΚ), επικεφαλής του οποίου έδρασε αντιδικτατορικά σε πολλές δυτικές χώρες, και στο οποίο συσπειρώνονται πολλά από τα γνωστά στελέχη του ΠΑΣΟΚ.

Έδρα του ΠΑΚ ήταν αρχικά η πρωτεύουσα της Σουηδίας, Στοκχόλμη.

Από την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1961 και ως την επιβολή της δικτατορίας, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε καταγγείλει το τότε σύστημα εξουσίας (παρακράτος, συνωμοτικές οργανώσεις, οικονομικά συμφέροντα) στεκόμενος ιδιαίτερα στην τρομοκράτηση της επαρχίας από τη Χωροφυλακή και τα ΤΕΑ, ξεκινώντας την κόντρα του με τα «παλιά τζάκια» για τα οποία και είχε δηλώσει ότι πρέπει να ξηλωθούν οριστικά και αμετάκλητα.

1974 – 1981: Τα χρόνια της Αντιπολίτευσης

Ο Ανδρέας Παπανδρέου αντιμετώπισε αρχικά με πολλή δυσπιστία τη Μεταπολίτευση της 24ης Ιουλίου 1974 και έλαβε την απόφαση να επιστρέψει στην Ελλάδα μόλις στα μέσα Αυγούστου, πολύ αργότερα δηλαδή από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή – απόφαση την οποία του την καταλόγιζαν ως αρνητική για πολλά χρόνια.

Αμέσως όμως δραστηριοποιήθηκε με αποτέλεσμα μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες να παρουσιάσει τις θέσεις του για την ίδρυση ενός νέου κόμματος. Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1974, σε μία από τις αίθουσες του ξενοδοχείου «Kινγκ Πάλας», ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την ίδρυση του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος με τη γνωστή «Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη», όπως έχει επικρατήσει να λέγεται από τότε.

Η επιμέλεια της διακήρυξης είχε ανατεθεί από τον ίδιο τον Παπανδρέου στα ηγετικά στελέχη του ΠΑΚ Ιωάννη Ζαφειρόπουλο, αργότερα βουλευτή νομού Ηλείας, στον καθηγητή πανεπιστημίου Μανώλη Παπαθωμόπουλο και στον Δαμιανό Βασιλειάδη, ενώ ένα μεγάλο μέρος της διακήρυξης γράφτηκε από τον μετέπειτα πρωθυπουργό και εσωκομματικό του αντίπαλο Κώστα Σημίτη.

Παρόντες στην ανακοίνωση της διακήρυξης ήταν στελέχη του ΠΑΚ, αγωνιστές διωχθέντες από τη Χούντα, νεολαίοι από την εξέγερση του Πολυτεχνείου και νεολαίοι της Γενιάς του 1-1-4. Στη διακήρυξη αναγράφονταν οι λόγοι ίδρυσης και οι βασικές θέσεις του κινήματος.

Οδηγεί το ΠΑΣΟΚ στις εκλογές της 17 Νοεμβρίου του 1974, όπου λαμβάνει 13,58% των ψήφων και εκλέγει 12 βουλευτές. Είναι η περίοδος που κυριαρχεί η αντιαμερικανική και αντιΝΑΤΟϊκή χροιά στην πολιτική του. Παράλληλα καθίσταται ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ (κάτι στο οποίο συνέβαλαν και οι διαγραφές διαφωνούντων από το Κόμμα, όπως στελεχών της «Δημοκρατικής Άμυνας» και τη νεολαίας).

Η περίοδος εκείνη σφραγίζεται από την έντονη αντιπαράθεσή του με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Είναι ενδεικτικό ένα περιστατικό στο Κοινοβούλιο. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ως Πρωθυπουργός λέει από το βήμα ότι «η Ελλάδα πολιτικά, αμυντικά, οικονομικά, πολιτιστικά ανήκει εις την Δύση», για να του απαντήσει ο Ανδρέας Ππαανδρέου ότι «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες».

Στις εκλογές της 20 Δεκεμβρίου 1977 οδηγεί το ΠΑΣΟΚ στην αξιωματική αντιπολίτευση, λαμβάνοντας το 25,34% των ψήφων και εκλέγοντας 93 βουλευτές, για να το οδηγήσει τελικά στην εξουσία το 1981.

Το διάστημα 1974-1981, το ΠΑΣΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου θα έχουν μία θεαματική, μοναδική στην ελληνική πολιτική ιστορία άνοδο.

Από το 13,58% των ψήφων το Νοέμβριο του 1974, το ποσοστό του ΠΑΣΟΚ θα εκτιναχθεί στο 48,1% τον Οκτώβριο του 1981. Ούτε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής από τα δεξιά, αλλά ούτε και ο Χαρίλαος Φλωράκης από τα αριστερά μπόρεσαν να αντιπαρατεθούν αποτελεσματικά στον Ανδρέα Παπανδρέου.

Στα δεξιά του, ο Ανδρέας Παπανδρέου επέκρινε την υποχωρητική εξωτερική πολιτική της Νέας Δημοκρατίας σε σχέση με τις τουρκικές διεκδικήσεις, κατήγγειλε συνεχώς τη δεξιά παράταξη για την τραγωδία και απώλεια της Κύπρου (αδέξια Δεξιά, όπως έλεγε), ζητούσε Ελληνοποίηση του Υπουργείου Εξωτερικών και παράλληλα οι δικές του σκληρές θέσεις στα εθνικά θέματα βρήκαν μεγάλη απήχηση σε πολλούς εθνικιστές.

Στα αριστερά του, επέκρινε το ΚΚΕ για την δειλή στάση του σε διάφορες απεργίες και κινητοποιήσεις, και οι συνδικαλιστές του ΠΑΣΟΚ ήταν αυτοί που διακρίθηκαν περισσότερο στις μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις της περιόδου 1975-1977 έχοντας σχεδόν πάντα πιο αριστερές και επιθετικές απόψεις από τους αντίστοιχους του ΚΚΕ.

Κυρίως όμως ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν αυτός που μπόρεσε πειστικά να εγγυηθεί στους ΕΑΜογενείς πολίτες το τέλος της κοινωνικο-πολιτικής απομόνωσής τους, ότι θα πάψουν να είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας, κάτι που τελικά και έγινε μετά το 1981, με μέτρα όπως την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης των ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και τη διάλυση της Χωροφυλακής.

1981: Η ώρα της «Αλλαγής»

Το 1981 ήταν η χρονιά που το ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές με ποσοστό 48,1% και ο Ανδρέας Παπανδρέου έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός της χώρας.


Η κυβερνητική αυτή μετάβαση χαρακτηρίστηκε τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές ως «Αλλαγή», με την έννοια ότι μετά από μια μακρά περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τη δεξιά ήρθε στην εξουσία ένα κόμμα που βασιζόταν στις αρχές του σοσιαλισμού.

Η προεκλογική εκστρατεία του Α. Παπανδρέου στηρίχτηκε σε συνθήματα όπως «Εδώ και τώρα αλλαγή» και «Η Ελλάδα στους Έλληνες», ενώ ο ίδιος καλλιέργησε το προφίλ του πολιτικού που βρισκόταν σε άμεση επαφή και επικοινωνία με τα λαϊκά στρώματα· συνήθως προσφωνούνταν, από φίλους και αντίπαλους, με το μικρό του όνομα, «Ανδρέας».

Το σύνθημα της «αλλαγής» και το τρίπτυχο «Εθνική Ανεξαρτησία, Λαϊκή Κυριαρχία και Κοινωνική Απελευθέρωση» συσπείρωσε γύρω από τον Ανδρέα Παπανδρέου και το κίνημά του ένα ευρύτατο φάσμα πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων που δεν εμφορούνταν πάντοτε από κοινές πεποιθήσεις.

Κατά την περίοδο της διακυβέρνησης Παπανδρέου επιδιώχθηκε η εθνική συμφιλίωση, αναγνωρίστηκε από το επίσημο κράτος το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ) ως οργάνωση της Εθνικής Αντίστασης και τα δικαιώματα των αγωνιστών του, ενώ πολτοποιήθηκαν οι φάκελοι φρονημάτων που διατηρούσε η Ασφάλεια για πολλούς από αυτούς. Σκοπός αυτής της απόφασης ήταν εν μέρει και ο επαναπατρισμός πολλών Ελλήνων πολιτικών προσφύγων από την Εποχή του Εμφυλίου.

Κατά τη διάρκεια της θητείας του λειτούργησαν κατά τόπους παραρτήματα της Ένωσης Γυναικών Ελλάδας (πρόεδρος της οποίας ήταν η δεύτερη συζυγός ττου Ανδρέα Παπανδρεόυ, Μαργαρίτα Τσαντ).

Επίσης,το 1984 ενοποιήθηκαν τα Σώματα Ασφαλείας, Χωροφυλακή και Αστυνομία Πόλεων και από τη συγχώνευσή τους δημιουργήθηκε η σημερινή Ελληνική Αστυνομία.

Η κατάργηση ιδιαίτερα της Χωροφυλακής έγινε δεκτή με πρωτοφανή αισθήματα ανακούφισης από τους αριστερούς πολίτες, καθώς είχε ταυτιστεί με τις αυταρχικές πρακτικές των κυβερνήσεων της δεξιάς, εξ ου και ο διαδεδομένος «φόβος του χωροφύλακα».

Στον τομέα της εκπαίδευσης η μεταρρύθμιση του ΠΑΣΟΚ εκφράστηκε με δυο βασικά νομοσχέδια, τον Νόμο-Πλαίσιο για τη λειτουργία των ΑΕΙ (ν. 1268/1982) και τον Ν. 1566/85 για τη Βασική και Μέση Εκπαίδευση. Ο πρώτος κατάργησε τον θεσμό της έδρας στα Πανεπιστήμια εισάγοντας τις τέσσερις βαθμίδες μελών Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού, θεσμοθέτησε τα όργανα συνδιοίκησής τους από φοιτητές και καθηγητές, ενώ μετονόμασε τα ΚΑΤΕΕ σε ΤΕΙ.

Ο δεύτερος επιχείρησε έναν δομικό κυρίως μετασχηματισμό της εκπαίδευσης, επιδιώκοντας τη μεγαλύτερη συμμετοχή των γονέων και μαθητών στα σχολικά πράγματα, ενώ αντικατέστησε τον θεσμό του επιθεωρητή με αυτόν του Σχολικού Συμβούλου.

Η δεύτερη νικη του 1985

Το 1985 ανατέλλει με τη βεβαιότητα ότι ο τότε Πρόεδρος Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Καραμανλής, θα υποστηριχθεί και από το ΠΑΣΟΚ και ως εκ τούτου θα επανεκλεγεί με πρωτοφανή πλειοψηφία.

Η ψήφιση από το κυβερνών κόμμα νέου εκλογικού νόμου ενισχυμένης αναλογικής θεωρείται ως προσχώρηση στην θέση υπέρ του δικομματισμού και σαν πρόκριμα υπέρ της επανεκλογής.

Ο Α. Παπανδρέου, άλλωστε, αφήνει να εννοηθεί ότι θεωρεί την παρουσία του Κ. Καραμανλή στην Προεδρία ως παράγοντα σταθερότητας κι ασφάλειας και για την κυβέρνησή του.

Γι’ αυτό κι όταν στις 9 Μαρτίου 1985, ενώπιον της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματός του, δίνει το χρίσμα στον αεροπαγίτη Χρ. Σαρτζετάκη, η είδηση πέφτει σαν βόμβα.

Η κίνηση ματ τού τότε πρωθυπουργού, που συνοδεύεται με πρόταση για τη μείωση των εξουσιών του Προέδρου, θέτει τέλος στον «ιστορικό συμβιβασμό α λα ελληνικά».

Ο Α. Παπανδρέου παίζει με τα αντικαραμανλικά αντανακλαστικά της Αριστεράς και του ιστορικού Κέντρου για να αναζωπυρώσει την πολιτική δυναμική τού ΠΑΣΟΚ και να κερδίσει τις εκλογές.

Παράλληλος στόχος του, όμως, είναι να αλλάξει τον συσχετισμό δυνάμεων στην κορυφή του κράτους.

Η παρουσία του ιδρυτή της Ν.Δ. στην Προεδρία περιόριζε και εξισορροπούσε κάπως την εξουσία του τότε πρωθυπουργού.

Ο Α. Παπανδρέου θεωρεί ότι εάν επανεκλεγόταν ο Κ. Καραμανλής θα αποκτούσε πλεονέκτημα απέναντί του.

Φοβάται ότι με λυμένα πια τα χέρια θα ενεργοποιούσε τις σημαντικές εξουσίες του και ενδεχομένως θα συνέβαλε στην φθορά και πτώση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.

Με την πολιτική εξουδετέρωση του Κ. Καραμανλή και την εκλογική νίκη τον Ιούνιο 1985 (45,82% έναντι 40,85%), ο τότε πρωθυπουργός καθίσταται πανίσχυρος και ουσιαστικά ολοκληρώνει την κατάληψη της εξουσίας από το ΠΑΣΟΚ

Η εξωτερική πολιτική

Ο Ανδρέας Παπανδρέου λίγους μήνες μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας κατέθεσε μνημόνιο στην ΕΟΚ με το οποίο ουσιαστικά ζήτησε την επαναδιαπραγμάτευση των όρων ένταξης της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

Η πρότασή του απορρίφθηκε κατά το σκέλος των ειδικών προνομίων, όμως έγινε τελικά δεκτό το σκέλος της οικονομικής ενίσχυσης που οδήγησε στα ΜΟΠ.

Κατά την περίοδο διακυβέρνησής του η Ελλάδα τελικά δεν αποχώρησε από την ΕΟΚ και από το ΝΑΤΟ λόγω των κονδυλίων που εξασφάλιζε με αξιοπρόσεκτη διαπραγματευτική ικανότητα ο Ανδρέας Παπανδρέου,ενώ η σύμβαση με την αμερικανική κυβέρνηση για τις αμερικανικές βάσεις ανανεώθηκε το 1983 προβλέποντας ότι, εντός δεκαοχτώ μηνών μετά το τέλος του 1988, και οι δύο κυβερνήσεις θα είχαν δικαίωμα να κλείσουν τις βάσεις. Αυτό συνέβη το διάστημα 1990-1992, μάλιστα με πρωτοβουλία της αμερικανικής πλευράς, που έκλεισε τις πιο σημαντικές βάσεις λόγω του τέλους του Ψυχρού Πολέμου επί κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

Η Μάργκαρετ Θάτσερ, η συντηρητική πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου που ήταν πολέμιος του κράτους πρόνοιας και των παροχών στις χώρες του Νότου και συγκρούστηκε πολλές φορές με τον Ανδρέα Παπανδρέου, είπε γι’αυτόν: «Δεν τον συμπάθησα, αλλά ποτέ δεν έφυγε από Διάσκεψη Κορυφής της ΕΟΚ, χωρίς να πάρει κάτι για τη χώρα του».

Το σκάνδαλο Κοσκωτά και η ήττα

Το 1988 σφραγίζεται από την έκρηξη του σκανδάλου Κοσκωτά και την εσπευσμένη αναχώρηση του Α. Παπανδρέου στο Λονδίνο για εγχείρηση ανοικτής καρδιάς (25 Αυγούστου).

Η ασθένειά του πυροδοτεί την μέχρι τότε υποβόσκουσα μάχη για τη διαδοχή με κύριους αντίπαλους τον Μ. Κουτσόγιωργα και τον Γ. Γεννηματά.

Όταν στις 22 Οκτωβρίου ο Α. Παπανδρέου επιστρέφει στην Αθήνα, η σύγκρουση που προκαλεί το σκάνδαλο Κοσκωτά έχει ουσιαστικά ξεφύγει από τον έλεγχο της κυβέρνησης. ΄

Στις 7 Νοεμβρίου ο (άλλοτε πανίσχυρος εκδότης και τραπεζίτης) Γ. Κοσκωτάς φεύγει παράνομα από την Ελλάδα, ενώ ο επίσης πανίσχυρος αντιπρόεδρος Μ. Κουτσόγιωργας κατηγορείται ευθέως. Τη χαριστική βολή θα τη δεχθεί στις 8 Φεβρουαρίου 1989, όταν θα δημοσιευθεί ότι είχε δωροδοκηθεί με δύο εκατ. δολάρια.

Των εκλογών του Ιουνίου 1989 προηγούνται 10 μήνες σκληρής και ενίοτε βρώμικης προεκλογικής μάχης. Μέσα στη δίνη της κρίσης το μέτρο χάνεται, με αποτέλεσμα την αποθέωση της παραπολιτικής και της χυδαιότητας. Και οι δύο μονομάχοι (Παπανδρέου και Μητσοτάκης) έχουν επίγνωση ότι η σύγκρουση είναι μέχρι τελικής πτώσεως. Η κυβέρνηση ψηφίζει μία εκδοχή της απλής αναλογικής με σκοπό να κόψει τον δρόμο της Ν.Δ. προς την εξουσία..

Τελικά το ΠΑΣΟΚ αποσπά το 39,15%, ενώ η Ν.Δ. το 44,25% και ο Συνασπισμός το 13,12%.

Ακολούθησαν νέες εκλογές το Νοέμβριο του ιδίου έτους όπου η Ν.Δ. με 46,2% και 148 έδρες βρίσκεται προ των πυλών της αυτοδυναμίας, αλλά λόγω της απλής αναλογικής δεν μπορεί να τις διαβεί.

Η ισορροπία δυνάμεων σε συνδυασμό με το εκλογικό κόστος της Αριστεράς από το πείραμα της συγκυβέρνησης με τη Ν.Δ. υποχρεώνει και τα τρία κόμματα να θάψουν προσωρινά τα «τομαχόουκ του πολέμου» και να σχηματίσουν την οικουμενική κυβέρνηση υπό τον Ξ. Ζολώτα

Το διάλειμμα της Οικουμενικής και ευρύτερα η ασταθής ισορροπία που προέκυψε μετά τον Ιούνιο 1989 θα λήξει στις εκλογές του Απριλίου 1990, όταν η Ν.Δ. με 46,88% πήρε 150 έδρες και σχημάτισε αυτοδύναμη κυβέρνηση λόγω της στήριξης που της παραχώρησε η ΔΗ.ΑΝΑ. Είναι η σειρά του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη να κερδίσει τον Ανδρέα..

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα βρεθεί αντιμέτωπη με σειρά κοινωνικών αντιδράσεων.

Στις 17 Ιανουαρίου 1992 το Ειδικό Δικαστήριο αθωώνει τον Α. Παπανδρέου με διαφορά μίας ψήφου για το σκάνδαλο Κοσκωτά.

Το 1993 βρίσκει τη Ν.Δ. να σπαράσσεται από τις εσωκομματικές αντιθέσεις της. Επειτα από τη σύγκρουσή του με τον Κ. Μητσοτάκη για τον χειρισμό του Μακεδονικού κι αφού αναγορεύεται σε αυτόνομο πολιτικό πόλο, ο Α. Σαμαράς ανακοινώνει στις 30 Ιουνίου 1993 την ίδρυση της «Πολιτικής Ανοιξης».

Η αποχώρηση του βουλευτή Γ. Συμπιλίδη από τη Ν.Δ. στις 9 Σεπτεμβρίου οδηγεί στην ανατροπή της κυβέρνησης και στην προκήρυξη πρόωρων εκλογών, που πραγματοποιούνται στις 10 Οκτωβρίου και αναδεικνύουν νικητή το ΠΑΣΟΚ με 46,88% και 171 έδρες έναντι 39,3% της Ν.Δ., 4,87% της «Ανοιξης» και 4,54% του ΚΚΕ.

1993 έως το τέλος

Ο Ανδρέας Παπανδρέου, επέστρεψε στην εξουσία. Αποφασίζεται η μεταστροφή της οικονομικής πολιτικής της χώρας, μπαίνοντας έτσι ουσιαστικά σε πορεία προς την ΟΝΕ. Επίσης, αναγνωρίζεται η γενοκτονία των Ποντίων, δημιουργείται το ΑΣΕΠ (νόμος Πεπονή), ανακοινώνεται το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα Ελλάδας-Κύπρου και επιβάλλεται εμπάργκο στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας.


Όμως, η περιπέτεια του σκανδάλου Κοσκωτά και η πολιτική ένταση των περασμένων χρόνων έχουν επιβαρύνει πλέον σοβαρά την υγεία του και στις 21 Νοεμβρίου του 1995 εισάγεται εσπευσμένα στο Ωνάσειο με σοβαρά προβλήματα υγείας,(αρχή πνευμονίας). Οι πιέσεις που του ασκούνται τον αναγκάζουν να υπογράψει τον Ιανουάριο του 1996 την παραίτησή του, δηλώνοντας ότι «τα προβλήματα της χώρας δεν μπορούν να περιμένουν».

Στις 23 Ιουνίου 1996 ο Ανδρέας Παπανδρέου πεθαίνει μετά από οξύ ισχαιμικό επεισόδιο στο σπίτι του στην Εκάλη. Κηδεύεται στις 26 Ιουνίου 1996 στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών με τιμές εν ενεργεία αρχηγού κράτους, κάτι που τελευταία φορά στην Ελλάδα είχε συμβεί το 1964, όταν είχε πεθάνει ο τότε βασιλέας Παύλος.

Ο θάνατός του προκάλεσε κύμα συγκίνησης σε όλη τη χώρα, και πλήθη κόσμου, που κυμαίνονταν από «εκατοντάδες χιλιάδες» έως «εκατομμύρια» παρευρέθησαν στη κηδεία του Ανδρέα Παπανδρέου, ενώ παρευρέθησαν σχεδόν 100 πολιτικές προσωπικότητες από όλο τον κόσμο, πρωτοφανές για Έλληνα πολιτικό

Άρθρο του ΜΑΝΩΛA ΧΡΗΣΤΟΥ
Αναδημοσίευση Από το topontiki.gr