Εκτός αγορών για χρόνια, αν αρχίσουμε να ροκανίζουμε το «μαξιλάρι»

Κυρίως θέματα Οικονομία

Σε μια πολύ επικίνδυνη στασιμότητα θα παγιδευόταν η Ελλάδα αν άρχιζε να τρώει το μαξιλάρι για να καλύπτει τις ανάγκες της, αντί να δανείζεται από τις αγορές, επαναφέροντας την οικονομία σε συνθήκες κρίσης.

Τα λόγια είναι του γενικού διευθυντή του ΙΟΒΕ Νίκου Βέττα, που εξηγεί ότι αν το Δημόσιο στραφεί στο μαξιλάρι μέσα στην επόμενη διετία, θα υπονομεύσει όχι μόνο το παρόν, αλλά και το μέλλον. Αφενός, γιατί μετά την πάροδο της διετίας, και αφού θα έχει εξαντληθεί το μαξιλάρι, η αναγκαστική πλέον έξοδος της Ελλάδας στις αγορές θα καταστεί ιδιαίτερα προβληματική, αφού θα βρεθεί αντιμέτωπη με υψηλά επιτόκια, αφετέρου γιατί θα επιδείνωνε τη χρηματοδότηση για τον ιδιωτικό τομέα.

“Τα κεφάλαια προς επιχειρήσεις, τράπεζες και τελικά τα νοικοκυριά, θα ήταν υπερβολικά ακριβά για να στηρίξουν μια προοπτική ισχυρής ανάπτυξης. Ας γίνει κατανοητό, ότι οι ανάγκες χρηματοδότησης της χώρας δεν εξαντλούνται στις ανάγκες του Δημοσίου, ανάπτυξη δεν θα έρθει αν δεν αποκλιμακωθεί το κόστος δανεισμού για την πραγματική οικονομία”, τονίζει ο κ. Βέττας.

Συμφωνεί ότι ο φόβος των αγορών συνυπολογίστηκε στην επιλογή των εξαγγελιών Τσίπρα, τονίζει ότι παρ’ ότι ευμενή η αντίδρασή τους, πρέπει να δούμε και τη συνέχεια, ενώ θυμίζει ότι αποκλίνουμε αντί να συγκλίνουμε από τον μέσο όρο της Ευρώπης, όπως δείχνει η πορεία του ΑΕΠ και η πολύ χαμηλή συμβολή των επενδύσεων, και προσθέτει ότι έχουμε πολύ ακόμη δρόμο μπροστά μας πριν θεωρήσουμε οτι ξεπεράσαμε τη κρίση.

Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη

– Συμφωνείτε ότι ο φόβος των αγορών συγκράτησε το κλίμα παροχολογίας των τελευταίων ημερών, και έπαιξε ρόλο στα όσα είπε και εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός στη ΔΕΘ;

Ο φόβος μιας ακραίας παροχολογίας ήταν από τους κύριους λόγους για τις ισχυρές πιέσεις στις αγορές τις τελευταίες μέρες, γεγονός που λογικά συνυπολογίστηκε και στην τελική επιλογή των εξαγγελιών.

Σαν αποτέλεσμα, η σχετική επίδραση στις αγορές αμέσως μετά τη ΔΕΘ ήταν ευμενής, αν και πρέπει να δούμε και ποια θα είναι η συνέχεια.

Από εδώ και πέρα, κάθε απόφαση οικονομικής πολιτικής που θα θέτει σε κίνδυνο τη δημοσιονομική εξισορρόπηση ή θα βάζει εμπόδια στις προοπτικές ανάπτυξης, θα αντιμετωπίζεται άμεσα και με αρνητικό τρόπο από τους ιδιώτες που χρηματοδοτούν τη χώρα. Το αντίθετο θα γίνεται για τις όποιες θετικές τομές. Γι’ αυτό η αξιοπιστία πρέπει να αποτελέσει το κεντρικό στοιχείο της πολιτικής.

Η επιτήρηση από τις αγορές μπορεί να είναι, με αυτή την έννοια, πολύ πιο αυστηρή από ό,τι ήταν έως τώρα μέσα στα προγράμματα. Έτσι εξηγείται, σε μεγάλο βαθμό, και το γιατί οι εταίροι και δανειστές επιθυμούσαν την όσο γρηγορότερη μετάβαση στην νέα περίοδο.

– Ερωτηθείς σχετικά, ο Πρωθυπουργός ανέφερε “εμείς έχουμε το μαξιλάρι των 30 δισ. ευρώ”, προσθέτοντας ότι “δεν μας πολυαπασχολούν οι αγορές”. Είναι όμως η Ελλάδα μια χώρα που δικαιούται να μην την “πολυαπασχολούν” οι αγορές;

Θα βρισκόμαστε, για την επόμενη διετία τουλάχιστον, σε μια υβριδική κατάσταση, ανάμεσα σε ένα τυπικό πρόγραμμα και σε κανονική, ανεξάρτητη, λειτουργία της οικονομίας.

Υπάρχει αυξημένη εποπτεία, στη βάση της οποίας μπορεί βέβαια να μην εκταμιεύονται νέα διμερή δάνεια από τον επίσημο τομέα, όπως γίνονταν κατά τα τρία προγράμματα, όμως θα επηρεάζονται κρίσιμα αφενός οι όροι χρηματοδότησης από τους ιδιώτες επενδυτές και αφετέρου οι ρυθμίσεις για τα παλαιά χρέη. Μαζί με το λεγόμενο “μαξιλάρι”, έχουμε πολλά από τα στοιχεία που συναποτελούν, στην πράξη, μια προληπτική γραμμή στήριξης, αν και όχι όλα τα συστατικά.

Σε κάθε περίπτωση, είναι κρίσιμης σημασίας να γίνει κατανοητό ότι οι ανάγκες χρηματοδότησης της χώρας δεν εξαντλούνται στις ανάγκες του Δημοσίου.

Αν η οικονομική πολιτική έχει στόχο την ανάπτυξη, θα πρέπει να θέσει ως κρισιμότατο ενδιάμεσο στόχο την αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού για την πραγματική οικονομία, όχι μόνο το κράτος.

– Το ρωτώ καθώς το “μαξιλάρι” έχει αξία ως “ασφάλιστρο κίνδυνου” όταν το κλίμα στις αγορές γίνεται απαγορευτικό. Είναι εκεί για να μειώνεται δραστικά το λεγόμενο κόστος επισφάλειας, προκειμένου να μπορεί η χώρα να βγαίνει στις αγορές με επιτόκιο βιωσιμότητας του χρέους. Δεν βρίσκεται εκεί για να χρησιμοποιηθεί, σωστά;

Στην υποθετική περίπτωση που για αξιόλογο μέρος των αναγκών χρηματοδότησής του το ελληνικό Δημόσιο στρέφονταν στο μαξιλάρι μέσα στην επόμενη διετία, θα είχαμε δύο πολύ σοβαρά προβλήματα.

Πρώτον, η έξοδος στις αγορές από το Δημόσιο θα γινόταν ιδιαίτερα προβληματική και μετά την πάροδο της διετίας, εφόσον η πρόσβαση στις αγορές πρέπει να ωριμάσει και εξελιχθεί σταδιακά.

Δεύτερον, θα υπήρχε μεγάλο πρόβλημα χρηματοδότησης για τον ιδιωτικό τομέα. Τα κεφάλαια προς επιχειρήσεις, τράπεζες και τελικά τα νοικοκυριά θα ήταν υπερβολικά ακριβά για να στηρίξουν μια προοπτική ισχυρής ανάπτυξης. Άρα, λοιπόν, θα παγιδευόμασταν σε μία πολύ επικίνδυνη στασιμότητα. Ενδεχόμενη σκέψη να χρηματοδοτηθεί η οικονομία συστηματικά από το μαξιλάρι θα επανέφερε την οικονομία ουσιαστικά σε συνθήκες κρίσης.

– Τι θα γίνει με την αναχρηματοδότηση της οικονομίας στον ιδιωτικό τομέα, δηλαδή τις επιχειρήσεις που αναζητούν χρηματοδοτικές πηγές καθώς οι τράπεζες βρίσκονται εγκλωβισμένες στα κόκκινα δάνεια; Οσο δεν βελτιώνεται το επιτόκιο δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, τόσο δεν παραμένουν υψηλά και τα επιτόκια για τις επιχειρήσεις και τη πραγματική οικονομία;

Ακριβώς αυτό είναι και το μεγαλύτερο πρόβλημα σήμερα στην πλευρά της παραγωγής.

Η διεύρυνση της χρηματοδότησης και μείωσης του κόστους της από όλες τις δυνητικές πηγές, τράπεζες, χρηματιστήριο, ξένες έμμεσες και άμεσες επενδύσεις, πρέπει να είναι πολύ σημαντική κατά τους επόμενους μήνες.

Αλλιώς ισχυρές, κατά τα άλλα, επιχειρήσεις δεν θα είναι σε θέση να εξυπηρετούν το δανεισμό τους, να διευρύνουν την παραγωγή τους και τελικά να στηρίξουν την ανάπτυξη. Συνολικά, η επιθυμητή κανονικότητα στην οικονομία δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο με ένα βιώσιμο και αξιόπιστο σχέδιο πραγματικής ανάπτυξης που θα πείσει ότι η Ελλάδα έχει μπει σε νέο δρόμο.

– Συμφωνείτε με τη φράση του Πρωθυπουργού “η οικονομία πάει καλά”, όταν το ΑΕΠ σημείωσε επιβράδυνση το β’ τρίμηνο;

Η ελληνική οικονομία βρίσκεται στον έκτο μήνα μεγέθυνσης, στοιχείο θετικό.

Όμως η μεγέθυνση είναι σημαντικά πιο ασθενής από τις άλλες χώρες που πριν λίγα χρόνια βγήκαν από τα δικά τους προγράμματα. Συνολικά, αποκλίνουμε αντί να συγκλίνουμε με τον μέσο όρο στην Ευρώπη.

Δεν είναι επίσης σαφές ότι οι ρυθμοί μεγέθυνσης μπορεί να φτάσουν μεσοπρόθεσμα στα επιθυμητά επίπεδα. Κυρίως γιατί παρατηρείται πολύ κατώτερη της αναμενόμενης συμβολή των επενδύσεων.

Η τρέχουσα μεγέθυνση εξαρτάται κρίσιμα από το εμπορικό ισοζύγιο και την ισχυρή εξωτερική ζήτηση. Οι οικονομίες όμως των κύριων εμπορικών εταίρων ενδεχομένως να αντιμετωπίσουν σοβαρές δυσκολίες στο επόμενο διάστημα. Οπότε, ναι μεν η οικονομία μας μεγεθύνεται, αλλά έχουμε πολύ δρόμο και προσπάθεια μπροστά μας πριν θεωρήσουμε πώς η κρίση ξεπεράστηκε.

– Αναφερόμενος στη μείωση της ανεργίας, ο Πρωθυπουργός είπε ότι το 70% των νέων συμβάσεων εργασίας είναι πλήρους απασχόλησης. Αλλά η μείωση της ανεργίας οφείλεται ακριβώς στο αντίθετο, στο γεγονός ότι το 51,1% των συνολικών προσλήψεων αφορούν σήμερα ευέλικτες μορφές απασχόλησης, και τους μισθούς των 300 ευρώ. Επομένως;

Ακριβώς επειδή οι ρυθμοί ανάπτυξης δεν είναι υψηλοί, η αποκλιμάκωση της ανεργίας γίνεται επίσης με χαμηλούς ρυθμούς και χαμηλούς μισθούς. Επιπλέον, βιώσιμη ανάπτυξη των μισθών μπορεί να προέλθει μόνο από αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας. Αυτή σήμερα υστερεί, κυρίως ως αποτέλεσμα των χαμηλών επενδύσεων.

Η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος είναι πως η αναγκαία βελτίωση στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας προήλθε κατά κύριο λόγο από τη μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας και πολύ λιγότερο από τις εξελίξεις στο θεσμικό πλαίσιο της οικονομίας, όπου συνολικά το πρόσημο ήταν αρνητικό.

Αν σήμερα επιβληθούν με διοικητικά μέσα και μόνο αυξήσεις μισθών, αυτές δεν θα είναι βιώσιμες τουλάχιστον εάν δεν υπάρξει ταυτόχρονα δραστική βελτίωση στη δομή της οικονομίας.

– Έπρεπε να κλείσουν 200.000 ελεύθεροι επαγγελματίες τα βιβλία τους και να δηλώσουν στην Εφορία περί το 1,5 δισ. ευρώ λιγότερα εισοδήματα από τότε που ψηφίστηκε ο νόμος Κατρούγκαλου, για να αποφασίσει τελικά η κυβέρνηση να μειώσει τους συντελεστές των ασφαλιστικών εισφορών;

Υπάρχει μια θετική πλευρά της τελευταίας αλλαγής στο ασφαλιστικό σύστημα, η ενοποίηση με κοινούς κανόνες και παραμέτρους.

Όμως το σύστημα πάσχει κρίσιμα όσον αφορά τα κίνητρα που δημιουργεί και έτσι αντιμάχεται την ανάπτυξη.

Οι βασικές τομές που θα πρέπει να γίνουν άμεσα θα πρέπει να είναι για την αύξηση της ανταποδοτικότητας των εισφορών και για τη δημιουργία χώρου και κινήτρων στα νοικοκυριά για περαιτέρω ιδιωτική αποταμίευση.

Η πραγματικότητα στην αγορά είναι σήμερα αρνητική, ακριβώς γιατί δόθηκαν κίνητρα σε λάθος κατευθύνσεις.

ΠΗΓΗ www.liberal.gr